-
1 αγία
ἁγίᾱ, ἅγιοςdevoted to the gods: fem nom /voc /acc dualἁγίᾱ, ἅγιοςdevoted to the gods: fem nom /voc sg (attic doric aeolic)——————ἁγίᾱͅ, ἅγιοςdevoted to the gods: fem dat sg (attic doric aeolic) -
2 Αγία
Ἀγίᾱ, Ἀγίηςmasc nom /voc /acc dual (doric)Ἀγίᾱ, Ἀγίηςmasc voc sg (attic doric)Ἀγίᾱ, Ἀγίηςmasc gen sg (doric aeolic) -
3 Ἀγία
Ἀγίᾱ, Ἀγίηςmasc nom /voc /acc dual (doric)Ἀγίᾱ, Ἀγίηςmasc voc sg (attic doric)Ἀγίᾱ, Ἀγίηςmasc gen sg (doric aeolic) -
4 ἁγια-φόρος
ἁγια-φόρος, ὁ, (Heiliges tragend,) Priester, Inscr. 481.
-
5 Αγια
-
6 Ἄγια
-
7 άγια
-
8 ἅγια
-
9 Αγία Άννα
Αγία Άννα ηскит Святой Анны на Святой Горе Афон. Был основан преподобным Геронтием в 14 веке. Находится на юго-западном побережье Афона между Новым Скитом и скалами горы Афон. Святая Анна – самый древний и большой скит Святой Горы, принадлежит Великой Лавре. В соборном храме скита сохраняются мощи святой Анны. Из этого скита началось движение Коливадов (см. Κολλυβάδες) -
10 Αγία Άννα Ν.Θ. 228
Αγία Άννα Ν.Θ. 228 Святая Анна Ν.Θ. 228 – один из паромов, принадлежащий Святой Общине Афона, перевозящий паломников. Отходит каждый день от пристани Дафни и идет до скита Святой АнныΗ εκκλησία λεξικό (Церковный словарь Назаренко) > Αγία Άννα Ν.Θ. 228
-
11 Άγια Δώρα
Άγια Δώρα ταСвятые Дары – Тело и Кровь Христа -
12 Άγια των Αγίων
Άγια των Αγίων ταСвятая Святых –1) алтарь;2) Тело и Кровь ХристаΗ εκκλησία λεξικό (Церковный словарь Назаренко) > Άγια των Αγίων
-
13 ἅγια
ἅγια, ων s. ἅγιος 2b. -
14 άγια
Iάγια τα1) алтарь;2) Άγια τα Святые Дары – Тело и Кровь Христа, см. Άγια Δώρα;3) священная утварь, используемая для совершения Божественной ЕвхаристииIIάγια επίρρ.свято, чисто:έζησε άγια — он прожил свято;
ΦΡ. -
15 ἁγία
Ελληνικά-Ρωσικά λεξικό στα κείμενα της Καινής Διαθήκης (Греческо-русский словарь к текстам Нового Завета) > ἁγία
-
16 ἁγίᾳ
Ελληνικά-Ρωσικά λεξικό στα κείμενα της Καινής Διαθήκης (Греческо-русский словарь к текстам Нового Завета) > ἁγίᾳ
-
17 Ἅγια
Ελληνικά-Ρωσικά λεξικό στα κείμενα της Καινής Διαθήκης (Греческо-русский словарь к текстам Нового Завета) > Ἅγια
-
18 ἅγια
Ελληνικά-Ρωσικά λεξικό στα κείμενα της Καινής Διαθήκης (Греческо-русский словарь к текстам Нового Завета) > ἅγια
-
19 ἅγιά
Ελληνικά-Ρωσικά λεξικό στα κείμενα της Καινής Διαθήκης (Греческо-русский словарь к текстам Нового Завета) > ἅγιά
-
20 ἁγία
Βλ. λ. αγία
См. также в других словарях:
Ἀγία — Ἀγίᾱ , Ἀγίης masc nom/voc/acc dual (doric) Ἀγίᾱ , Ἀγίης masc voc sg (attic doric) Ἀγίᾱ , Ἀγίης masc gen sg (doric aeolic) … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
ἁγία — ἁγίᾱ , ἅγιος devoted to the gods fem nom/voc/acc dual ἁγίᾱ , ἅγιος devoted to the gods fem nom/voc sg (attic doric aeolic) … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
ἁγίᾳ — ἁγίᾱͅ , ἅγιος devoted to the gods fem dat sg (attic doric aeolic) … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
Αγία Τριάδα — I Ο όρος σημαίνει ένα από τα κυριότερα δόγματατης χριστιανικής πίστης, γνωστόως το τριαδικό δόγμα.Αποτελεί το κεφάλαιον της πίστεως, τη βάση και το θεμέλιο της διδασκαλίας περί της απολύτρωσης και σωτηρίας του ανθρώπου. Εκφράζει την πίστη σε έναν … Dictionary of Greek
άγια — Ονομασία πέντε οικισμών. 1. Κωμόπολη (υψόμ. 200 μ., 3.027 κάτ.) στην πρώην επαρχία Αγιάς του νομού Λαρίσης. Αποτελεί έδρα του δήμου Αγιάς. H Α. είναι χτισμένη ανάμεσα στην Όσσα και το Μαυροβούνι μέσα σε πυκνή βλάστηση και άφθονα νερά. 2.… … Dictionary of Greek
Αγία Λουκία — Νησιωτικό κράτος της Καραϊβικής θάλασσας, στην Κεντρική Αμερική.Επίσημη ονομασία: Αγία Λουκία Έκταση: 616 τ. χλμ. Πληθυσμός: 160.145 κάτ. (2002) Πρωτεύουσα: Κάστρις (60.934 κάτ. το 1998)Στα ΝΑ βρίσκονται τα Μπαρμπάντος, Β και σε απόσταση 54 χλμ.… … Dictionary of Greek
Αγία Ειρήνη — I Ονομασία δέκα οικισμών. 1. Ημιορεινός οικισμός (υψόμ. 300 μ., 52 κάτ.) στην πρώην επαρχία Χαλκίδας του νομού Ευβοίας. Υπάγεται διοικητικά στον δήμο Διρφύων. 2. Ημιορεινός οικισμός (υψόμ. 340 μ., 194 κάτ.) στην πρώην επαρχία Λακεδαίμονας του… … Dictionary of Greek
Αγία Αικατερίνη — I Βυζαντινός ναός της Θεσσαλονίκης του 12ου ή των αρχών του 13ου αι. Πρόκειται για σταυροειδή ναό με τρούλο, που περιβάλλεται από τις τρεις πλευρές του από κλειστό περιστύλιο με τρούλους στις τέσσερις γωνίες του. Ο ναός είναι ιδιαίτερα αξιόλογος… … Dictionary of Greek
Αγία Άννα — Ονομασία έξι οικισμών. 1. Παράλιος οικισμός (υψόμ. 10 μ., 192 κάτ.) της Νάξου. Βρίσκεται στο δυτικό άκρο του νησιού. Υπάγεται διοικητικά στον δήμο Νάξου του νομού Κυκλάδων. 2. Ορεινός οικισμός (υψόμ. 570 μ., 413 κάτ.) του νομού Ηλείας. Βρίσκεται… … Dictionary of Greek
Αγία Δυνατή — Βουνό (1.131 μ.) της Κεφαλονιάς στη βορειοανατολική πλευρά του νησιού. Στην Ανατ. Ορθόδοξη Εκκλησία δεν μνημονεύεται αγία με το όνομα Δυνατή. Λέγεται και Άγιος Δονάτος, χωρίς και αυτή η ονομασία να εξηγείται … Dictionary of Greek
Αγία Ελένη — I Νησί (122 τ. χλμ.) στον νότιο Ατλαντικό, περίπου 1.900 χλμ. δυτικά των αφρικανικών ακτών (15° 55΄ Ν πλάτος, 5° 42΄ Α μήκος), που αποτελεί υπερπόντια κτήση της Μεγάλης Βρετανίας. Έχει περίπου 6.000 κατ., κυρίως νέγρους και μιγάδες. Πρωτεύουσά… … Dictionary of Greek